Τρίτη 27 Μαΐου 2014

Τριαντάφυλλο


Αγάπη μου ρόδο της άμμου,
τριαντάφυλλο,
απ' το άπειρον έναστρο έρχεσαι
κι απ' τ' άυλο.

Σταλιά ο δημιουργός σου δεν πόνεσε
που σ' έστειλε βορρά εδώ πέρα.
Δεν σου αξίζει, παρά αγάπη σαν θάλασσα,
ωχριά μπροστά σου η εξαίσια εσπέρα.

Αγάπη για λίγο δικιά μου
αγάπη μου ρόδο της άμμου,
τριαντάφυλλο.

Την ομορφιά σου απλόχερα μοίρασες
δώρο στους φτωχούς και τους μόνους
και στους καμμένους από αγάπη ανέστησες
παλιούς ανεξόφλητους πόνους.

Θα σε χαλάσουνε χέρια και στόματα
μα εσύ το 'χεις χρέος δικό σου
σα χρίσμα και βάρος που δόθηκε
χούφτες να κλέβουμε φως, απ' το φως σου.

Ουράνιο τόξο μου άπιαστο
αγάπη μου γράμμα αδιάβαστο
αγάπη μου ρόδο της άμμου,
τριαντάφυλλο.

Τεχνίτης


Πλάθει, τεχνίτης, ρίμες και μέτρα
σ
την ερημιά της στέπας και του κάκτου.
Σ
τη χώρα της ντροπής και του θανάτου
των λέξεων σμιλεύει την πέτρα.

Όσο αυτός -κεράκι- εξαντλείται,
παίρνει οστά το έργο του και σάρκα
μα της δικαίωσης δε φαίνεται η βάρκα,
μια επανάσταση μικρή ας συντελείται.

Μόνο έρχεται το μόχθο ν' απαλύνει
μία σιωπή κατάλευκη σα χιόνι
πάνω στο έργο που κρυφό θε ν' απομείνει.

Εκεί που ιδρώτα κι αίμα έχει αφήσει
ήδη της λήθης το γεράκι αργά σιμώνει
και με το ράμφος του, ευθεία θα βουτήσει.


Κυριακή 18 Μαΐου 2014

Ονειροπόλος


Ονειροπόλος, ο αρχιτέκτονας του ανύπαρκτου.
Στις πολιτείες του, φυσούν οι πέντε ανέμοι
των συνειρμών κι η φαντασία -μελάνι- χύνεται
σαν ξετυλίγεται των σκέψεων η ανέμη.

Ονειροπόλος, ο ανικανοποίητος·
ο συντριμμένος, ο θρασύς, ο μυθοπλάστης
που θρέφεται απ' την αποτυχία του
για να διαφεύγει στ' όνειρό του, μετανάστης.

Ονειροπόλος, ο φτωχός, ο καλοκάγαθος
που κολυμπά στης επινόησης τον πλούτο           
κι ως λούζεται την άγνοια φως ανίκητο,
της ευτυχίας γρατζουνάει το λαούτο.                      

Αν βρει τα σκούρα, πλάθει καταφύγιο
-για να γλιτώσει της αλήθειας το μολύβι-
ένα καλύβι απ' της ανάμνησης το άχυρο.          
Φύρα του ονειροπόλου το σπίτι.

Ονειροπόλος, ο εντός του αεικίνητος,
παραδομένος στη βαθιά, εκεί, πολυθρόνα.            
Ο αδικημένος που όμως μες την ουτοπία του,
φοράει της δικαίωσης τον χιτώνα.

Ο τυχοδιώκτης, που όσο και να το προσπάθησε,
βολεύτηκε στων μύθων του τη σκέψη
κι όσο απλώνονται στα πόδια του, βασίλειο,
είναι νωρίς στον έξω κόσμο να επιστρέψει. 


Ο Ναπολέων, που το θηρίο της σκέψης μάχεται
κι ευθεία προχωρεί στο βατερλό του.
Ο κακομοίρης θα επιστρέψει πάλι άπραγος
και νικημένος απ το ίδιο τ' όνειρό του...